Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

Η εμπειρία καθοριστική για την έναρξη μιας εταιρείας

Η επαρκής επαγγελµατική εµπειρία αναδεικνύεται βασική προϋπόθεση για την ίδρυση επιχειρήσεων έντασης γνώσης στην Ελλάδα, τουλάχιστον κατά την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Κατά µέσο όρο 13,5 χρόνια προηγούµενης απασχόλησης, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη, φαίνεται να είναι καθοριστικά τουλάχιστον για την επιβίωση κατά την πρώτη δύσκολη τριετία, όταν και συνήθως «πεθαίνουν» τα περισσότερα νέα επιχειρηµατικά εγχειρήµατα. Σχεδόν οι πέντε στους εννέα µάλιστα από αυτούς τους ιδρυτές εργάζονταν στον ίδιο κλάδο µε την επιχείρηση που ίδρυσαν, προϋπόθεση που συναντάται µεν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όχι όµως µε την ένταση της ελληνικής περίπτωσης. Ετσι τελικά οι τρεις στους τέσσερις ιδρυτές επιχείρησης είναι άνω των 40 ετών, ενώ σχεδόν το 85% είναι άνδρες σε σχέση µε 78% στην Ιταλία, 74% στην Πορτογαλία και 88% στη ∆ανία. Πρόκειται για ένα από τα ευρήµατα ευρείας πανευρωπαϊκής έρευνας που ολοκληρώθηκε στα τέλη του 2011 για τη νέα επιχειρηµατικότητα εντάσεως γνώσης (knowledge intensive entrepreneurship). Η έρευνα διεξήχθη σε 10 χώρες και συντονίστηκε από το Εργαστήριο Βιοµηχανικής και Ενεργειακής Οικονοµίας του ΕΜΠ (ΕΒΕΟ/ΕΜΠ). Βασικό αντικείµενό της ήταν η συγκριτική ανάλυση διαστάσεων της νέας επιχειρηµατικότητας που έχει εκδηλωθεί σε επιλεγµένους κλάδους την τελευταία δεκαετία σε ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες λειτουργούν διαφορετικές «παραλλαγές καπιταλισµού». Συγκεκριµένα, στην έρευνα εξετάστηκαν νέες επιχειρήσεις που προέρχονται από χώρες του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισµού» (Κροατία, Τσεχία), χώρες του ευρωπαϊκού Νότου (Ελλάδα, Πορτογαλία), σκανδιναβικές χώρες (∆ανία, Σουηδία), αλλά και µεγαλύτερες χώρες της Ευρώπης που ακολουθούν παραλλαγές του «ευρωπαϊκού ηπειρωτικού µοντέλου» (Γαλλία, Γερµανία, Ιταλία) και του αγγλοσαξονικού µοντέλου (Βρετανία).

Τα κρίσιμα χρόνια

Στόχος της συγκεκριµένης έρευνας είναι να αναδείξει τα χαρακτηριστικά εκείνα που µορφοποιούν την έννοια της επιχειρηµατικότητας έντασης γνώσης στις διάφορες χώρες, ώστε να είναι ευκολότερος ο εντοπισµός και η στήριξη τέτοιων εγχειρηµάτων στο επίπεδο των δηµόσιων πολιτικών. Ειδικότερα στο σηµερινό περιβάλλον της δηµοσιονοµικής κρίσης που αγγίζει πλέον τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες η αναζήτηση εκείνων των επιχειρήσεων που αξιοποιούν τη γνώση, «αναστατώνουν» δηµιουργικά το υφιστάµενο παραγωγικό σύστηµα και επιτυγχάνουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήµατα µε µεγαλύτερη επιτυχία σε σχέση µε τα συνηθισµένα εγχειρήµατα, ακόµη και υπό πιστωτική στενότητα, γίνεται επιτακτική. Στις περισσότερες χώρες και ειδικά πλέον και στην Ελλάδα γίνεται πιο συστηµατική προσπάθεια να ανιχνεύονται έγκαιρα αυτά τα εγχειρήµατα που µπορούν να συνεισφέρουν καίρια στην ανάπτυξη και στην απασχόληση ώστε να στηριχθούν στοχευµένα, ιδιαίτερα στα πρώτα κρίσιµα τρία χρόνια που η σχετική βιβλιογραφία επισηµαίνει ως καθοριστικά για την επιβίωση των επιχειρήσεων.

Τα εμπόδια

Ενα από τα σηµαντικότερα εµπόδια λειτουργίας και περαιτέρω µεγέθυνσης των νέων επιχειρήσεων σε όλη την Ευρώπη είναι οι υψηλοί συντελεστές φορολογίας. Παρ’ όλο που οι συντελεστές αυτοί είναι αρκετά διαφορετικοί από χώρα σε χώρα, ο παράγοντας αυτός αναδεικνύεται ως βασικό εµπόδιο από τους νέους επιχειρηµατίες σε όλες τις χώρες. Ειδικά όµως στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Πορτογαλία, χώρες οι οποίες βρίσκονται υπό πίεση την τελευταία περίοδο, το γεγονός επισηµαίνεται µε µεγαλύτερη ένταση. Αναφορικά µε το φορολογικό σύστηµα, ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που εντοπίζεται σε πολύ µεγαλύτερο βαθµό στην Ελλάδα αποτελούν οι διαρκείς αλλαγές στο φορολογικό περιβάλλον, που δυσκολεύουν τελικά τον µεσοπρόθεσµο σχεδιασµό µιας επιχειρηµατικής στρατηγικής.

Τέλος θα πρέπει να σηµειωθεί ότι σχεδόν σε όλες τις χώρες η πλειονότητα των νέων επιχειρηµατικών εγχειρηµάτων (περίπου το 60%) εκδηλώνεται σε αγορές στις οποίες ήδη υπάρχει πλήθος ανταγωνιστών. Υπάρχει όµως ένα 7% (5,7% στην Ελλάδα) των περιπτώσεων όπου οι νέοι επιχειρηµατίες αναφέρουν ότι τουλάχιστον κατά τη χρονική στιγµή της ίδρυσης δεν υπήρχε ανταγωνιστής, δηλαδή η λειτουργία της επιχείρησης δηµιούργησε µία νέα νησίδα στην αντίστοιχη αγορά.

Το ρίσκο οδηγεί στον συνεταιρισμό των ιδρυτών

Με ιδίους πόρους το 60% των περιπτώσεων ίδρυσης επιχείρησης

Από άλλα ενδιαφέροντα ευρήµατα της έρευνας προκύπτει επίσης ότι συνήθως οι ιδρυτές είναι δύο (στο 36% των περιπτώσεων), ενώ συνολικά στο 55% των περιπτώσεων οι ιδρυτές είναι δύο-τρεις. Αντίθετα µόνο στο 27% των επιχειρήσεων του δείγµατος ο ιδρυτής είναι ένας, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στο σύνολο των χωρών που εξετάστηκαν είναι 37%. Φαίνεται δηλαδή µια µεγαλύτερη τάση για συνεταιρισµό στην Ελλάδα σε σχέση µε άλλες χώρες, ίσως και σε µια προσπάθεια διαχείρισης του µεγαλύτερου ρίσκου που ενέχει η επιχειρηµατική δραστηριοποίηση στη χώρα µας.

Πάντως το 65% των νέων επιχειρήσεων είναι πολύ µικρές επιχειρήσεις, κάτω των 10 ατόµων. Το εύρηµα φαίνεται εύλογο, ωστόσο το φαινόµενο οι νέες επιχειρήσεις να ξεκινούν ως πολύ µικρές επιχειρήσεις και να παραµένουν µικρές για αρκετά χρόνια δεν είναι αυστηρά ελληνικό, αλλά επιβεβαιώνεται ακόµη και σε µεγαλύτερες χώρες (Γερµανία, Γαλλία), σε αντίθεση π.χ. µε ό,τι συµβαίνει σε ορισµένες άλλες εκτός Ευρώπης χώρες.

Αναφορικά µε τη χρηµατοδότηση της έναρξης λειτουργίας αυτών των επιχειρήσεων είναι ενδιαφέρον ότι στο 60% των περιπτώσεων από όλες τις χώρες της έρευνας, πραγµατοποιήθηκε αποκλειστικά µε ιδίους πόρους, δηλαδή από αποταµιεύσεις του νέου επιχειρηµατία ή του συγγενικού του περιβάλλοντος. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι η χρησιµοποίηση εναλλακτικών πηγών χρηµατοδότησης (τράπεζες και κυρίως venture caπtals, κτλ.) δεν είναι εύκολη για τις νεοϊδρυόµενες επιχειρήσεις σε αρκετές χώρες της Ευρώπης, και όχι µόνο στην Ελλάδα.

Η έρευνα

Η έρευνα εντάσσεται στο πλαίσιο µεγάλου ευρωπαϊκού ερευνητικού έργου που χρηµατοδοτείται από το 7ο Πρόγραµµα-Πλαίσιο υπό τον τίτλο «Advancing KnowledgeIntensive Entrepreneurship and Innovation for Economic Growth and Social Well-being in Europe (AEGIS)» στο οποίο συµµετέχουν 21 ερευνητικά ινστιτούτα και πανεπιστήµια, µεταξύ των οποίων και το Εργαστήριο Βιοµηχανικής και Ενεργειακής Οικονοµίας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Η έρευνα πεδίου αφορά επιχειρήσεις που ιδρύθηκαν από το 2001 ως και το 2007 σε επιλεγµένους κλάδους της οικονοµίας τόσο υψηλής τεχνολογικής στάθµης (πληροφορική και επικοινωνίες, ιατρικός εξοπλισµός, φάρµακα) όσο όµως και σε παραδοσιακούς κλάδους που θεωρούνται – ίσως αδίκως – χαµηλής τεχνολογικής στάθµης (όπως π.χ. στα τρόφιµα-ποτά). Εχει πάντως εξαιρεθεί από τους εξεταζόµενους κλάδους το λιανικό εµπόριο, όπου διαχρονικά και στις περισσότερες χώρες καταγράφονται οι περισσότερες νεοϊδρυθείσες επιχειρήσεις. Το συνολικό δείγµα που συγκεντρώθηκε αφορά 4.004 επιχειρήσεις οι οποίες συµµετείχαν στην έρευνα µέσω τηλεφωνικών συνεντεύξεων µε έναν εκ των ιδρυτών τους.

Πελάτες μεγάλες εταιρείες

Ενα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό που προκύπτει από την έρευνα είναι ότι στην Ελλάδα περίπου το 36% των νέων επιχειρήσεων έχει βασικό πελάτη κάποια μεγάλη επιχείρηση (που απασχολεί πάνω από 250 άτομα), όταν το μέσο ευρωπαϊκό ποσοστό είναι 29%. Αυτό σημαίνει ότι η νέα επιχειρηματική δραστηριοποίηση στη χώρα μας διευκολύνεται περισσότερο όταν κινείται δορυφορικά σε κάποια μεγάλη επιχείρηση.

Αναδεικνύεται έτσι ένα αρκετά συνηθισμένο μοντέλο αρχικής τουλάχιστον εισόδου στον επιχειρηματικό στίβο πρώην εργαζομένων σε μεγάλες επιχειρήσεις της χώρας. Το φαινόμενο αυτό συνδέεται με την ευρύτερη τάση να αναθέτει μια μεγάλη επιχείρηση υπηρεσίες ή και λειτουργίες της σε εξωτερικούς συνεργάτες και να επικεντρώνεται στο κύριο αντικείμενό της.

Ετσι, οι συγκεκριμένοι νέοι επιχειρηματίες κατά τη διάρκεια της προηγούμενης απασχόλησής τους στη μεγάλη επιχείρηση εντοπίζουν ενδεχόμενες τέτοιες δυνατότητες και επιλέγουν να αντικαταστήσουν/ υποκαταστήσουν ή να μεταφέρουν κάποια λειτουργία εκτός του στενού πυρήνα της μεγάλης επιχείρησης.

Χαρακτηριστικά τέτοια παραδείγματα εντοπίζονται στους τομείς των περιβαλλοντικών και ενεργειακών μελετών, στην παροχή υπηρεσιών πληροφορικής και σε υπηρεσίες λογιστικής και χρηματοοικονομικής υποστήριξης. Είναι ίσως ένας ασφαλής τρόπος να ξεπεραστεί το πρώτο κρίσιμο στάδιο, ενώ η επιτυχία μέσω αυτού του τρόπου στρατηγικής τοποθέτησης στον επιχειρηματικό τομέα σταδιακά μπορεί να ενισχύσει το όνομα της νέας επιχείρησης και να διευρύνει το πελατολόγιό της.

των Γιάννη Καλογήρου, Αγγελου Τσακανίκα, Αιμιλίας Πρωτόγερου

Ο κ. Γιάννης Καλογήρου είναι καθηγητής Τεχνολογικής, Οικονομικής και Βιομηχανικής Στρατηγικής, στο Εργαστήριο Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας (ΕΒΕΟ) του ΕΜΠ, ο κ. Αγγελος Τσακανίκας είναι υπεύθυνος έρευνας ΙΟΒΕ και επίκουρος καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης Τεχνολογικών Συστημάτων (υπό διορισμό) ΕΒΕΟ/ΕΜΠ και η κυρία Αιμιλία Πρωτόγερου είναι ερευνήτρια ΕΒΕΟ / ΕΜΠ, διδάκτωρ Επιχειρηματικής Στρατηγικής και Βιομηχανικής Πολιτικής.


http://www.mke.aueb.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου